Τα «όρια» είναι μια λέξη που τρομάζει, αγχώνει και μπερδεύει τους γονείς. Η έννοια του «ορίου» συνδέεται αυτόματα με την τιμωρία, την αποθάρρυνση και τη διαρκή άρνηση. «Πώς μπορώ να βάλω σωστά όρια στο παιδί μου;», «Γιατί δε με ακούει;», «Αν του βάζω όρια, μήπως θα γίνω κακός;», «Πώς μπορούμε να γίνουμε καλοί γονείς;» είναι κάποια από τα ερωτήματα που προβληματίζουν τους γονείς. Το θέμα των ορίων προκύπτει στην καθημερινότητα της οικογένειας, γι’ αυτό είναι σημαντικό οι γονείς να γνωρίζουν πώς πρέπει να διαχειριστούν τη συμπεριφορά των παιδιών τους.
Όρια και Απαγορεύσεις
Είναι αναγκαίο να θέτουμε στο παιδί κάποια όρια, εξηγώντας όμως το λόγο της απαγόρευσης. Δεν αρκεί να λέμε «όχι, γιατί το λέω εγώ», διότι σε αυτή την περίπτωση εκμεταλλευόμαστε την εξουσία που έχουμε ως ενήλικες και υποτιμούμε τη νοημοσύνη του παιδιού. Είναι καλό να λέμε «Δεν πρέπει να..» και να εξηγούμε το λόγο της απαγόρευσης.
Οι γονείς δεν πρέπει να ξεχνάνε ότι τα όρια και οι απαγορεύσεις της παιδικής ηλικίας είναι προσωρινές και έχουν ως στόχο να προφυλάξουν το παιδί από πιθανούς κινδύνους. Η Francoise Dolto αναφέρει το εξής παράδειγμα: το να απαγορεύουμε σε ένα παιδί να κατεβαίνει μόνο του τη σκάλα έχει νόημα μόνο αν το παιδί δε μπορεί να το καταφέρει από μόνο του. Αν μια μέρα όμως, καταφέρει με επιτυχία να το κάνει από μόνο του, δεν πρέπει να το μαλώσουμε, αλλά αντίθετα να το συγχαρούμε και να του εξηγήσουμε ότι του το είχαμε απαγορεύσει, γιατί ήταν ακόμα μικρό και μπορεί να πάθαινε κακό.
Γιατί τα όρια είναι σημαντικά;
Τα παιδιά χρειάζονται σαφείς και σταθερές συναισθηματικές σχέσεις. Όταν νιώσουν τη σταθερότητα μέσα από τα όρια, τότε προσανατολίζονται καλύτερα. Εκεί που τα όρια λείπουν, κυριαρχεί η ανασφάλεια. Τα παιδιά αρχίζουν να δοκιμάζουν τα όρια, για να μάθουν μέχρι πού μπορούν να φτάσουν. Αυτή η σταθερότητα όμως δεν εκφράζεται ούτε με φωνές ούτε με απειλές, αλλά με ήρεμο και σαφή τόνο στη φωνή.
Όποιος έχει να κάνει με παιδιά συναντά συνεχώς τουλάχιστον δύο παιδιά: το παιδί μπροστά του και το παιδί μέσα του. Και όσο εντονότερα ζει το παιδί μέσα του, τόσο περισσότερο επιθυμεί να προφυλάξει το παιδί μπροστά του από το φόβο, τη λύπη και τον πόνο που βίωσε ο ίδιος σαν παιδί. Έτσι, αποφεύγει να θέτει όρια στο παιδί μπροστά του, με αποτέλεσμα να μεταδίδει άμεσα ή έμμεσα τους φόβους και τις ανασφάλειές του.
Δυσκολίες στη θέσπιση ορίων
Συχνά οι γονείς δυσκολεύονται να θέσουν όρια, γιατί ρισκάρουν να μην είναι πάντα αρεστοί στα παιδιά τους, ρισκάρουν να προκαλέσουν την οργή τους, ακόμα και το θυμό τους. Δυσκολίες στη θέσπιση ορίων παρατηρούμε σε περιπτώσεις όπου τα παιδιά έχουν μετατραπεί σε αντικαταστάτη συντρόφου, σε συναισθηματικό αποκούμπι ή και σε περιπτώσεις όπου τα παιδιά καλούνται να δώσουν νόημα στη ζωή των γονιών τους.
Υπέρβαση ορίων
Το να αποδεχτεί κανείς τα παιδιά και να τα ακούει, αυτό δε σημαίνει ότι θα είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμος να ικανοποιήσει όλες τις επιθυμίες τους. Η φροντίδα και η κατανόηση δε σημαίνει ότι αποδεχόμαστε την υπέρβαση ορίων. Όποιος δε θέτει όρια ή επιτρέπει την υπέρβαση ορίων, μετατρέπεται από μόνος του σ’ έναν άνθρωπο ανίκανο να δράσει, σε υποχείριο των παιδιών, ενώ συγχρόνως χάνει το σεβασμό και την προσοχή τους. Οι γονείς που πιστεύουν ότι η ελευθερία στη διαδικασία ανατροφής δεν έχει ανάγκη από όρια, αφήνουν τα παιδιά στο κενό, χωρίς να μπορούν να προσανατολιστούν και να προχωρήσουν. Όποιος αγνοεί τις συνεχόμενες υπερβάσεις των ορίων εκ μέρους των παιδιών, όχι απλώς οξύνει τα προβλήματα αλλά και εμποδίζει τη διαμόρφωση της αυτονόμησης και της αυτοπεποίθησής τους.
Το μοντέλο του τέλειου γονιού
Τέλειος γονιός δεν υπάρχει, αλλά υπάρχει γονιός που κάνει ό,τι μπορεί. Κανένας δεν είναι παντοδύναμος κι όποιος κι αν προσπαθήσει να μη διαπράξει λάθη κατά την ανατροφή των παιδιών, δε θα το καταφέρει. Το παιδί πάντα θα βρίσκει τα όρια και τους κανόνες κακούς και ανεπιθύμητους. Επίσης, πρέπει να αποδεχτούμε ότι για το παιδί ο γονιός έχει άδικο τις περισσότερες φορές.